Σάββατο 5 Ιουλίου 2014

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΦΩΤΙΣΜΟ ΜΝΗΜΕΙΩΝ, ΝΑΩΝ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ

Στην Ελλάδα, ο νυκτερινός φωτισμός για την ανάδειξη των μνημείων της έχει αρχίσει με δειλά βήματα να εξαπλώνεται. Μέχρι σήμερα, αρκούσε η χρήση κάποιων βιομηχανικών προβολέων ανοικτής δέσμης, Νατρίου ή αλογόνου που περισσότερο συνέβαλλαν στη φωτορρύπανση της περιοχής παρά στην ανάδειξη του ίδιου του μνημείου, για να ισχυριστεί κάποιος ότι το ανέδειξε, στην ουσία όμως συμβάλλοντας περισσότερο στη φωτορρύπανση της περιοχής, παρά στην πραγματική ανάδειξη του μνημείου.

Η άσκοπη χρήση χρωμάτων εκεί που δεν πρέπει, η λανθασμένη χρήση ακατάλληλων αποχρώσεων του λευκού (συνήθως με προβολείς πολύ «σκληρού» λευκού σε υλικά με γήινα χρώματα ή με προβολείς χαμηλής χρωματικής απόδοσης όπως αυτοί του Νατρίου) και ο υπερβολικός φωτισμός, είναι κάποια από τα συνηθισμένα λάθη που μπορούν να παραποιήσουν την «ανάγνωση» ενός μνημείου και να αλλοιώσουν την εικόνα που προσπαθεί να δώσει ο μελετητής του φωτισμού του.
Ο φωτιστής λοιπόν πρέπει να έχει κατ’αρχήν ένα κύριο κανόνα που πρέπει πάντοτε να ακολουθεί: ΔΕΝ είναι αυτός ο καλλιτέχνης ή ο αρχιτέκτονας που σχεδίασε το μνημείο και έτσι ΔΕΝ πρέπει να προσπαθεί να δώσει μία στρεβλή εικόνα του μνημείου αυτού, σύμφωνα με τα δικά του πρότυπα. Ο φωτιστής καλείται να πει στον θεατή «κοίταξε το τώρα, το βράδυ, τις ώρες που δεν χάνεται ανάμεσα στον πολεοδομικό ιστό και στο σκληρό φως του Ελληνικού ήλιου... πρόσεξε τη λεπτομέρειά του, το ανάγλυφό του, τα υλικά του... δες το πως ξεχωρίζει μέσα στο σκοτάδι... συνειδητοποίησε τη μοναδικότητά του, έτσι όπως σου την παρουσιάζω». Συνεπώς, ο προβολέας ή ο φωτιστής ΔΕΝ πρέπει να είναι οι πρωταγωνιστές. Το μνημείο μόνο έχει αυτό το ρόλο. Κάθε τι άλλο που αποσπά το βλέμμα του θεατή από τον πρωταγωνιστή, είναι περιττό και ακατάλληλο.
Ποιά είναι λοιπόν τα βήματα για να πετύχουμε ένα καλό αποτέλεσμα; Η σύγχρονη τεχνολογία μας έχει δώσει πάρα πολλά και αποτελεσματικά εργαλεία με τη μορφή εξειδικευμένου λογισμικού για το φωτορρεαλισμό, καθώς επίσης προβολέων και ειδικών λαμπτήρων που θα βοηθήσουν ένα φωτιστή να πραγματοποιήσει την εικόνα που έχει μέσα του για το φωτισμό κάποιου μνημείου. Χαρακτηριστικά, τα τελευταία χρόνια έχουν παρουσιαστεί στην αγορά πολλά προϊόντα που συνέβαλλαν στην επίτευξη εντυπωσιακών αποτελεσμάτων στο φωτισμό των μνημείων:
  • Προβολείς αποκλειστικά εξειδικευμένους στον αρχιτεκτονικό φωτισμό, όπως οι προβολείς Decoflood, Pompeii και ArenaVision της Philips ή οι Woody της iGuzzini και αντίστοιχοι πολλών άλλων εταιρειών, που παράγονται σε ποικιλία φωτιστικών δεσμών και τύπων λαμπτήρων.
  • Λαμπτήρες εξαιρετικής χρωματικής απόδοσης και μεγάλης απόδοσης σε lumen/watt ισχύος, όπως οι White SON, CDM-T, MHN-LA και SON-T Comfort της Philips, η οποία με τη συνεχή έρευνα στον τομέα του φωτισμού από ερευνητικά κέντρα όπως το Philips-LAC (Light Application Center) της Lyon στη Γαλλία έχει προσφέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα.
  • Ειδικά φίλτρα για τις δέσμες των προβολέων, όταν το αποτέλεσμα που θέλουμε να έχουμε είναι ειδικών απαιτήσεων λόγω του σχήματος του αρχιτεκτονικού στοιχείου που θέλουμε να φωτίσουμε.
  • Τεχνολογία LEDs που επιτρέπει με πολύ μικρή κατανάλωση ρεύματος την επίτευξη εντυπωσιακών φωτιστικών εφφέ, όπως είναι εμφανές στις καπνοδόχους και τις εγκαταστάσεις του παλιού εργοστασίου φωταερίου στο Γκάζι.
Ομως, η επιλογή όλων αυτών των στοιχείων θα πρέπει νά γίνει με συγκεκριμένες παραμέτρους. Ας συζητήσουμε λοιπόν κάποιες από αυτές, αναφερόμενοι ειδικά στα μνημεία, τα οποία αποτελούν μία εξειδικευμένη και απαιτητική κατηγορία. H εμπειρία του συντάκτη στο φωτισμό μνημείων όπως αυτά του Παρθενώνα, του Φιλοπάππου, της Ελευσίνας, του θεάτρου του Διονύσου, του λόφου του Λυκαβηττού, ιερών ναών, κάστρων κλπ, του επιτρέπει να συνοψίσει το θέμα σε κάποιους βασικούς κανόνες που πρέπει κατά τη γνώμη του να τηρούνται:
  1. Είνα εύκολο να τοποθετήσουμε ένα προβολέα επάνω στο κτίριο που δεν έχει στεγνώσει ακόμα η μπογιά του, αλλά όχι επάνω σε ένα μνημείο. Δεν διατηρήθηκε το μνημείο αυτό επί 500, 1000 ή 2500 χρόνια για να ανοίξουμε τρύπες σε αυτό ή να τοποθετήσουμε υλικά που η διάβρωσή τους θα καταστρέψει τα δομικά υλικά του. Κάθε εγκατάσταση φωτισμού λοιπόν, πρέπει να είναι 100% αναστρέψιμη και να μην προσβάλλει την ακεραιότητα του ίδιου του μνημείου, το οποίο θα είναι εκεί πολύ μετά από την σημαντική (για εμάς) εγκατάσταση φωτισμού.
  2. Ο φωτισμός αναδεικνύει και δεν επιβάλλεται. Πρωταγωνιστής εξακολουθεί να είναι το μνημείο, όπως συνέβαινε επί αιώνες. Οι επισκέπτες του δεν θέλουν να βλέπουν τους προβολείς, αλλά το ίδιο το αντικείμενο του φωτισμού. Είναι λοιπόν απαραίτητη η διακριτική εγκατάσταση των προβολέων αυτών, όπως και ο χρωματισμός του κελύφους τους σε χρώματα «παραλλαγής» ώστε να μην αλλοιώνουν την εικόνα κατά τις πρωινές ώρες. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και με τα στηρίγματα και τις καλωδιώσεις, δεδομένου ότι τις περισσότερες φορές δεν είναι δυνατόν να τις κρύψουμε, μια και οι εκσκαφές απαγορεύονται. Επιπλέον, όπου απαιτείαι, τα στηρίγματα θα πρέπει να κατασκευάζονται από χημικά αδρανές υλικό (π.χ. ανοξείδωτο χάλυβα) προκειμένου να μην διαβρωθούν με τρόπο που θα προκαλέσει ζημιές στο μνημείο.
  3. Σύμφωνοι, ο Παρθενώνας ήταν στην αρχαιότητα βαμμένος με πολλά και χαρούμενα χρώματα, αλλά ας μην προσπαθήσουμε να τον ξαναβάψουμε με έγχρωμους προβολείς. Το καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα επιτυγχάνεται συνήθως με ένα λαμπτήρα υψηλής χρωματικής απόδοσης σε όλο το ορατό φάσμα του φωτός και σε αποχρώσεις του λευκού ανάμεσα στους 2600 και τους 4200°Κ, για να αναδείξουμε την αληθινή φύση των δομικών υλικών ενός μνημείου. Ετσι, για «ζεστό» λευκό θα προτιμήσουμε ένα λαμπτήρα White SON στους 2600°Κ, για ουδέτερο λευκό επιλέγουμε έναν λαμπτήρα CDM 830 στους 3000°Κ, ενώ για πιό έντονο λευκό ο CDM 942 αποδίδει 4200°Κ. Δεν συνιστάται η χρήση «ψυχρότερων» αποχρώσεων του λευκού σε κλασσικά κτίρια. Παρ’όλα αυτά, όταν είναι απαραίτητη η χρήση κοντράστ με χρυσό-πορτοκαλί χρώμα (όπως εφαρμόσαμε στα μνημεία του Παρθενώνα), η χρήση του SON-T Comfort στους 2100°Κ είναι η πλέον ενδεδειγμένη.
  4. Ενας προβολέας στην πόλη μπορεί να χάνεται και ένα κερί στην ύπαιθρο μπορεί να φαίνεται από χιλιόμετρα μακρυά. Η ένταση του φωτισμού λοιπόν πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στα δεδομένα του περιβάλλοντος, ώστε να προβάλλεται το ανάγλυφο του μνημείου από απόσταση. Γι’αυτό το λόγο, οι φωτιστές που βασίζονται υπερβολικά στα φωτορρεαλιστικά μοντέλλα των υπολογιστών τους είναι καταδικασμένοι να αποτύχουν αν δεν έχουν την κατάλληλη εμπειρία ή δεν κάνουν κάποιες δοκιμές στην πορεία της εκπόνησης της μελέτης τους. Γενικά, είναι προτιμότερο να υποφωτίσουμε ελαφρά ένα αρχιτεκτονικό στοιχείο, παρά να το κάνουμε υπερβολικά λαμπερό.
  5. Ο φωτισμός δεν πρέπει μόνο να αναδεικνύει αλλά και να κρύβει. Η σκίαση είναι τό ίδιο σημαντική με τη φωτισμένη επιφάνεια και για αυτό ακριβώς το λόγο η χρήση πολλών προβολέων ανοικτής δέσμης μέχρι σήμερα προκαλούσε μία δισδιάστατη «ανάγνωση» αντί να δίνει στο θεατή την αίσθηση του αναγλύφου.
  6. Συνήθως, μαζί με το μνημείο ο φωτιστής πρέπει να λαμβάνει υπόψη και το ανάγλυφο του περιβάλλοντος χώρου. Οταν το ανάγλυφο αυτό είναι έντονο, προσπαθούμε να δώσουμε «δραματικούς» τόνους στη φωτοσκίαση (όπως στη Β πλευρά του Ιερού Βράχου), ενώ όταν πρόκειται για επίπεδη επιφάνεια, προσπαθούμε να «απαλύνουμε» το φωτιστικό αποτέλεσμα (Ν πλευρά). Ενα απλό αμμοβολισμένο γυαλί μπροστά από τον προβολέα μπορεί να κάνει θαύματα στην αφαίρεση των φωτεινών κηλίδων επάνω σε μία επίπεδη επιφάνεια.
  7. Σημαντικό ρόλο παιζει και η χρήση των διαφόρων φίλτρων που πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Αν δεν μας επιτρέπεται η τοποθέτηση ενός προβολέα κάτω ακριβώς από ένα κίονα, το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με χρήση πολωτικού φίλτρου κάθετης δέσμης από κάποια απόσταση.
  8. Ιδιαίτερη σημασία έχει η φύση των υλικών που καλείται ο φωτιστής να αναδείξει. Κάποια από αυτά είναι πιο «γήινα» (όπως τα παλιά μάρμαρα, ασβεστόλιθοι, πορόλιθοι, κεραμικά) και απαιτούν πιο ζεστές αποχρώσεις του λευκού (2600°-3000°Κ), ενώ κάποια άλλα (όπως γκρίζος γρανίτης, σχιστόλιθοι και πετρώματα σε αποχρώσεις του γκρί) απαιτούν τη χρήση ελαφρώς ψυχρότερων αποχρώσεων του λευκού (4200°Κ). Παρ’όλα αυτά, ο φωτιστής μπορεί να «παίξει» με τις αποχρώσεις του λευκού όταν θέλει να τραβήξει την προσοχή του θεατή σε κάποιο ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό στοιχείο, ή γλυπτό του μνημείου, φωτίζοντας το με ψυχρότερο λευκό για να ξεχωρίζει.
  9. Ο τονισμός του αναγλύφου είναι σημαντικός. Ο θεατής πρέπει να αντιλαμβάνεται τον όγκο του μνημείου από απόσταση. Η χρήση διασταυρούμενων δεσμών διαφορετικών αποχρώσεων του λευκού φωτός μπορεί να βοηθήσει σημαντικά προς αυτή την κατεύθυνση.
  10. Σε κάθε περίπτωση, η φωτορρύπανση πρέπει να αποφεύγεται. Ο νυκτερινός φωτισμός μπορεί να διαταρράξει το οικοσύστημα της περιοχής, έτσι, ο φωτιστής δεν πρέπει να μεταχειρίζεται το υπο μελέτη αντικείμενο σαν να ήταν γήπεδο ποδοσφαίρου. Ο διακριτικός φωτισμός χαμηλής έντασης είναι πολύ προτιμότερος από τη χρήση υπερβολικού αριθμού φωτεινών πηγών. Δυστυχώς, στη χώρα μας τις περισσότερες μελέτες φωτισμού εξακολουθούν να τις εκπονούν προμηθευτές φωτιστικών, με αποτέλεσμα η τάση τους να επιτύχουν μία καλή πώληση υπερισχύει του αισθητικού τους κριτηρίου.
  11. Ο φωτιστής πρέπει πάντοτε να φροντίζει και για την επιροή που μπορεί να έχει ο περιβάλλων φωτισμός στο μνημείο και (ει δυνατόν) να απομακρύνει τους ιστούς οδοφωτισμού που μπορούν να καταστρέψουν το τελικό φωτιστικό αποτέλεσμα. Εάν αυτό δεν είναι εφικτό, τότε ο φωτισμός του περιβάλλοντος χώρου πρέπει να επανασχεδιαστεί προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο οριζόντια ακτινοβολία των ιστών οδοφωτισμού.
Οι παραπάνω κανόνες ίσως μπορούν να βοηθήσουν τον μη εξειδικευμένο αναγνώστη να καταλάβει από μόνος του και τα λάθη που γίνονται καθημερινά σε εγκαταστάσεις φωτισμού διαφόρων μνημείων στην Ελλάδα. Συνεχώς γινόμαστε μάρτυρες των αποτελεσμάτων αυτών των σφαλμάτων, αντικρύζοντας θαυμάσια κτίρια και μνημεία φωτισμένα με σκληρό λευκό ή πορτοκαλί φως, με εξαφανισμένη την αίσθηση του αναγλύφου τους και με τονισμένη τη γοτθική νοοτροπία του φωτιστή τους. Χαρακτηριστικά είναι τα αποτελέσματα στο φωτισμό μεγάλων και σημαντικών ιστορικών κτιρίων και μνημείων στο κέντρο της Αθήνας από αυτοχρισθέντες φωτιστές που απλά φρόντισαν να φορτώσουν τα μνημεία αυτά με προϊόντα συγκεκριμένων οίκων χωρίς να έχουν ιδέα για το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα.
Η διαδικασία του φωτισμού ενός σημαντικού κλασσικού, ελληνιστικού ή μεσαιωνικού μνημείου, όπως ήταν αυτά που ο συντάκτης είχε την τύχη να ασχοληθεί κατά τα τελευταία χρόνια, μόνος ή σε συνεργασία με τον Pierre Bideau, είναι μία μοναδική εμπειρία. Νοιώθει κανείς σαν να μένει μόνος, παρέα με αυτά τα αναντικατάστατα δημιουργήματα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομίας, και αναλαμβάνει να τους συμπεριφερθεί με το σεβασμό και το δέος που τους αρμόζει. Δεν είναι πλέον αυτά τα υπό μελέτην αντικείμενα, αλλά ο ίδιος ο φωτιστής τους. Είναι τελείως διαφορετικό να προσπαθεί κάποιος να φωτίσει αποτελεσματικά ένα trendy μπαράκι, το λόμπυ ενός ξενοδοχείου ή τη βιτρίνα ενός μοντέρνου πολυκαταστήματος από το να στρέφει τον προβολέα του επάνω σε μία Καρυάτιδα και να προσπαθεί να αναδείξει την πλαστικότητα και τη χάρη της, μόνος μαζί της, στις 3 το πρωί, σαν να προετοιμάζει μία μεγάλη ντίβα να υποδεχτεί το κοινό της. Τότε καταλαβαίνει κανείς ότι κανένα φωτορρεαλιστικό λογισμικό δεν θα μπορέσει ποτέ να υποκαταστήσει την ανθρώπινη φαντασία και εμπειρεία και κανένα πολωτικό φίλτρο δεν θα μπορέσει να βελτιώσει κάτι που αγγίζει την τελειότητα εδώ και 25 αιώνες. Το μόνο λοιπόν που του μένει είναι να το βοηθήσει να δώσει τη δική του παράσταση, απλά τονίζοντας αυτά που ήδη ενυπάρχουν σε αυτό.
Η χώρα μας έχει να προστατέψει και να αναδείξει μία εξαιρετικά πλούσια πολιτιστική κληρονομία. Υπάρχουν χιλιάδες κάστρα, αρχαίοι ναοί, μεσαιωνικά κτίσματα, τείχη, βυζαντινοί ναοί και γλυπτά που μπορούν και πρέπει να αναδειχθούν κατά τον ίδιο τρόπο που έχει γίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με πολύ λιγότερο σημαντικά μνημεία από τα δικά μας. Με δεδομένη την οικονομική δυσπραγία που ταλανίζει το δημόσιο τομέα, πολλές φορές ο φωτισμός ενός μνημείου ακούγεται σαν τον γνωστό «φερετζέ της Μαριορής» σε σύγκριση με τα καθημερινά οικονομικά προβλήματα που καλείται η εκάστοτε κυβέρνηση να επιλύσει. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ένας μόνο ειδικός προβολέας μπορεί να κοστίζει από 350 έως και 1500 ευρώ, γεγονός που καθιστά μία αποτελεσματική εγκατάσταση αρχιτεκτονικού φωτισμού, ιδιαίτερα δαπανηρή. Παρ’όλα αυτά, διάφορες μη κυβερνητικές οργανώσεις, σύλλογοι και ιδρύματα έχουν αρχίσει να δραστηριοποιούνται για να καλύψουν αυτό το κενό, με χαρακτηριστική περίπτωση το σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη και το σωματείο «Οι Φίλοι της Αθήνας», δίχως των οποίων τις εντατικές προσπάθειες δεν θα είχαμε την ευκαιρία να αντικρύζουμε την Ακρόπολη όπως έχει φωτιστεί μετα τον Ιούλιο του 2004, ή την εταιρεία ΤΙΤΑΝ ΑΕ που ανέλαβε τη χορηγία του φωτισμού του αρχαιολογικού χώρου της Ελευσίνας που ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2005 και την εταιρεία Philips Ελλάς ΑΕΒΕ που χρηματοδότησε την υλοποίηση του φωτισμού του αρχαίου Διονυσιακού Θεάτρου, στους πρόποδες της Ακροπόλεως. Ας ελπίσουμε λοιπόν, ότι αυτό το παράδειγμα θα το μιμηθούν στο μέλλον περισσότεροι πολιτιστικοί και δημοτικοί φορείς στη χώρα μας για να μπορέσουμε να φωτίσουμε τα μνημεία μας όπως τους αξίζουν.
---------------------------------------
Πηγή:  costaskapos.blogspot.gr
---------------------------------------