Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

Αξιοποίηση του χαρτιού εφημερίδας στη λιπασματοποίηση των οργανικών αποβλήτων

Η εφημερίδα είναι μια περιοδική έκδοση η οποία απευθύνεται σε ορισμένο κοινό και περιέχει τρέχοντα γεγονότα, ποικίλες πληροφορίες και διαφημίσεις. Η εκτύπωσή της γίνεται συνήθως σε χαρτί χαμηλού κόστους.


Η πρώτη τυπωμένη εφημερίδα κυκλοφόρησε στη Γερμανία το 1605. Η κυκλοφορία μιας εφημερίδας είναι οι πωλήσεις μιας μέρας, συνήθως της Κυριακής. Σύμφωνα με το βιβλίο Γκίνες η σοβιετική Τρουντ έφτανε τα 21,500,000 το 1990, ενώ η εβδομαδιαία σοβιετική Αργκουμεντυ  Φακτυ έφτανε τα 33,500,000 το 1991.

Η Ιαπωνία το 1995 είχε τρεις εφημερίδες με άνω των 4 εκατομμυρίων - Ασάχι Σιμμπούν, Μαϊνίτσι Σιμμπούν και Γιομιούρι Σιμμπούν. Στην ίδια κατηγορία είναι η γερμανική Bild, με 4,5 εκατομμύρια. Στο Ηνωμένο Βασίλειο η Sun έχει τις μεγαλύτερες πωλήσεις με περίπου 3,2 εκατομμύρια τα τέλη του 2004.Στην Ινδία η Times of India έχει περίπου 2,14 εκ αντίτυπα. Στις ΗΠΑ λόγω του κατακερματισμού της αγοράς, η μεγαλύτερη USA Today έχει μόλις 2 εκ. κυκλοφορία.

Δείκτης της ωριμότητας μιας αγοράς εντύπων είναι συνήθως η διείσδυση. Στις ΗΠΑ είχε φτάσει το 130% κατά το 1920 (δηλαδή 1,3 εφημερίδες ανά νοικοκυριό) πριν πέσει λόγω του ανταγωνισμού από το ραδιόφωνο πρώτα, την τηλεόραση μετά και το ίντερνετ σήμερα στο περίπου 50%.

Στην Ελλάδα σύμφωνα με τις περισσότερες στατιστικές η διείσδυση είναι από τις χαμηλότερες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η μεγαλύτερη εφημερίδα στον κόσμο φαίνεται να τυπώνεται στην Κρήτη από τον Ανδρέα Γαρουφαλή. Κοστίζει ένα ευρώ και έχει μέγεθος 2,10 x 2,95 μ.

Το μέλλον των εφημερίδων είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Η άνοδος των ηλεκτρονικών μέσων πρώτα και σήμερα των ψηφιακών, με αιχμή του δόρατος τα ιστολόγια, δυσκολεύει την επιβίωση των παραδοσιακών μέσων. Από την άλλη το διαδίκτυο προσφέρει ένα εύκολο και φτηνό μέσο διάδοσης εκείνων των εφημερίδων που διαλέγουν να κάνουν την μετάβαση στην ψηφιακή εποχή.

Το χαρτί και τα είδη του
Πρώτη ύλη για παραγωγή χαρτιού μπορεί να είναι η ξυλεία από δέντρα που καλλιεργούνται ειδικά για το σκοπό αυτό (τεχνητές φυτείες) ή από δέντρα που υλοτομήθηκαν με σκοπό την αραίωση του δάσους. Επίσης, μπορεί να είναι υπολείμματα κατεργασίας ξύλου από πριστήρια και εργοστάσια. Μπορεί ακόμη να είναι φυτικές ίνες, όπως από βαμβάκι, ζαχαροκάλαμο, μπαμπού, άχυρο, σιτάρι ή ρύζι. Σε αυτές τις περιπτώσεις, επειδή οι ίνες είναι μακριές και ελαφριές, το χαρτί που παράγεται έχει μεγάλες αντοχές και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ειδικές χρήσεις όπως χαρτονομίσματα, καρμπόν, τσιγαρόχαρτα κά.

Στο παρελθόν η βιομηχανία χρησιμοποιούσε κυρίως κωνοφόρα είδη όπως ελάτη, πεύκη, ερυθρελάτη και κέδρο, αλλά τώρα σχεδόν οποιοδήποτε είδος – πλατύφυλλα και κωνοφόρα – μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Πολλές φορές παράγοντας για την επιλογή είναι η διαθεσιμότητα και το κόστος. Κύριος παράγοντας επιλογής όμως είναι το επιθυμητό αποτέλεσμα στο χαρτί. Τα κωνοφόρα ξύλα, λόγω του σχετικά μεγάλου μήκους ινών (τραχεΐδων) που διαθέτουν, δίνουν χαρτί με μεγάλες αντοχές και γι’ αυτό προτιμούνται ως πρώτη ύλη σε χαρτιά συσκευασίας, σε χαρτοκιβώτια και όπου αναζητούνται καλές μηχανικές ιδιότητες. Αντιθέτως, τα πλατύφυλλα ξύλα διαθέτουν κοντές ίνες, πράγμα που επιτρέπει να παράγουν χαρτί με λεία επιφάνεια και πολύ καλή ποιότητα για γραφή και εκτύπωση. Το πιο συνηθισμένο είναι να χρησιμοποιούνται τα είδη εκείνα που σε συνδυασμό δίνουν τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που κάθε φορά απαιτούνται.

Για να χαρακτηρίσουμε ένα είδος χαρτιού είναι πολλές οι ιδιότητες που προσέχουμε. (www.edu.pe.ca). Κυρίως προσέχουμε τη λευκότητα, την υφή και το βάρος σε γραμμάρια ανά τετραγωνικό μέτρο, που συνεπάγεται ότι προσέχουμε τη φωτεινότητα, το χρώμα, τη γυαλάδα, το πάχος και την πυκνότητα. Επίσης προσέχουμε την υγρασία και την ικανότητα προσρόφησης υγρασίας, τη διαφάνεια, το πορώδες, την ελαστικότητα ή ακαμψία, την εκτυπωτικότητα και την ποιότητα της εκτύπωσης, τις αντοχές και τις συμπεριφορές σε πίεση, σε σχίση, σε κάμψη και σε εφελκυσμό, την ευφλεκτότητα, τη σκληρότητα και τη διαστασιακή σταθερότητα. Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και τις μεθόδους παρασκευής, διακρίνουμε πολλά είδη χαρτιού και συνεπώς πολλές και διάφορες χρήσεις. Έτσι έχουμε το απλό χαρτί, το βαμβακερό χαρτί (με 25%, 50%, ή και 100% βαμβάκι), το ανακυκλωμένο χαρτί, το ριζόχαρτο, το χαρτόνι, το καρμπόν (χαρτί για αντιγραφές), το τσιγαρόχαρτο, το απορροφητικό χαρτί (χαρτί υγείας, κουζίνας, χαρτοπετσέτες, χαρτομάντιλα), το μονωτικό χαρτί (για ηλεκτρικές μονώσεις) κα. Το χαρτί χρησιμοποιείται σε πάρα πολλές και διαφορετικές περιπτώσεις. Σε βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά, τετράδια, αφίσες, ταπετσαρίες, εκτυπώσεις, συσκευασίες αλλά και στα χαρτονομίσματα, στους χάρτες, στη χαρτοπαιξία, στις ταυτότητες και διαβατήρια, αποδείξεις, γραμματόσημα, στις φωτογραφίες. Ακόμη και σε αντικείμενα που μπορεί εκ πρώτης όψεως να μη φαίνεται ότι αποτελούνται από χαρτί: στις επικαλύψεις με μελαμίνη, σε ρούχα και υφάσματα, σε φωτιστικά, σε διάφορα φίλτρα, σε χημικά εργαλεία. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι ο σύγχρονος κόσμος βασίζεται ιδιαίτερα σε αυτό το πολύπλευρο και τόσο παράδοξο προϊόν. Άλλοτε είναι μόνιμο, άλλοτε εφήμερο, μπορεί να είναι εύθραυστο ή δυνατό, φθηνό ή ακριβό, σε αφθονία ή σπάνιο. Μπορούμε να το δούμε σε μουσεία ή στα σκουπίδια.

Άλλοτε αποσυντίθεται και άλλοτε διαρκεί και μέσα σε νερό. Κατασκευάζεται βιομηχανικά αλλά μπορεί εύκολα να παραχθεί και χειροποίητα. Έχει βρει εφαρμογή σε τόσους τομείς στη σύγχρονη ζωή – λογοτεχνία, επικοινωνία, εκπαίδευση, εμπόριο, υγιεινή, οικονομία, φαρμακευτική και πολλούς ακόμη – που είναι πραγματικά αδύνατο να φανταστούμε έναν κόσμο χωρίς χαρτί…

Αλλά ποια είναι η επεξεργασία του πριν φτάσει στα χέρια μας?

Πολτοποίηση
Η πολτοποίηση είναι καθοριστικό στάδιο καθώς υπάρχουν τρεις μέθοδοι πολτοποίησης και επιλέγεται αυτή που θα δώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα για κάθε περίπτωση. Οι τρεις μέθοδοι είναι η μηχανική, η χημική και η ημιχημική. Ας σημειωθεί ότι στη φάση της πολτοποίησης γίνεται η προσθήκη παλαιού χαρτιού, όταν το τελικό προϊόν παράγεται από πρώτη ύλη ξύλο και ποσοστό ανακυκλωμένου χαρτιού.

Διήθηση – καθαρισμός – συμπύκνωση
Με αυτές τις κατεργασίες ο πολτός απαλλάσσεται από ξένες ύλες, ρόζους κλπ και αυξάνεται η περιεκτικότητα του διαλύματος σε ίνες ξύλου.

Λεύκανση
Η λεύκανση πραγματοποιείται με χλώριο και διάφορες ενώσεις του, όπως υποχλωριώδες οξύ ή υποχλωριώδες νάτριο

Μηχανική κατεργασία ινών
 
Σε αυτό το στάδιο επιτυγχάνεται σύνθλιψη ή και εξαφάνιση των κυτταρικών κοιλοτήτων, διόγκωση των κυτταρικών τοιχωμάτων, ελάττωση του μήκους των ινών και μεγαλύτερη ευκαμψία των ινών.

Χημικά πρόσθετα Η βασική χημική «πρώτη ύλη» που χρησιμοποιείται – χωρίς να είναι πρόσθετο – στη χαρτοποιία είναι η κυτταρίνη, το Κολοφώνιο, ο Καολίνης,το διοξείδιο τιτανίου, το ανθρακικό ασβέστιο, τα άλατα μαγνησίου, το θειικό βάριο τα οποία μειώνουν την επιφανειακή ανομοιογένεια του χαρτιού, βελτιώνουν την λευκότητα, την αδιαφάνεια και την  εκτυπωτικότητα. Επίσης χρησιμοποιείται άμυλο καθώς και  φυσικές και συνθετικές ρητίνες που βελτιώνουν την επιφανειακή αντοχή και τη συγκολλητικότητα των ινών.

Στρωμάτωση ινών

Αυτό είναι το βασικό στάδιο για την παραγωγή του χαρτιού

Σε αυτήν τη διαδικασία υπάρχουν έξι τμήματα που ξεχωρίζουν:

• Έλεγχος ροής (headbox)
• Επιφάνεια διάστρωσης (wire section ή wet end)
• Τμήμα πίεσης (press section)
• Τμήμα ξήρανσης (drier section)
• Τμήμα λείανσης (calender)
• Ρολά (reel-up)

Αυτή λοιπόν είναι η βασική διαδικασία παραγωγής για όλους τους τύπους χαρτιού. Θα πρέπει να τονίσουμε όμως ότι στην Ελλάδα δεν παράγεται χαρτί από ξύλο, επειδή δεν καλλιεργούνται τα είδη που είναι κατάλληλα για παραγωγή χαρτιού και χαρτονιού αλλά και γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλες οικονομικές και επιχειρηματικές συνθήκες. Οι Ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου χαρτιού στηρίζονται σε ανακυκλωμένο χαρτί ή εισαγόμενο χαρτοπολτό.

Το μελάνι
Το τυπογραφικό μελάνι είναι μείγμα χρωστικών ουσιών και ενός λαδιού ή μίας η περισσοτέρων ρητινών φερομένων σε ένα διαλύτη. Αυτό το μείγμα αποτελεί μια πάστα που μπορεί να τυπωθεί και στη συνέχεια να ξεραθεί αφήνοντας ένα λεπτό στρώμα χρώματος στο υπόστρωμα. Αν το μελάνι δεν μπορεί να τυπωθεί ή δεν ξεραίνεται μετά την εκτύπωση, είναι ακατάλληλο να χρησιμοποιηθεί για τέτοιο σκοπό.
Υπάρχει μεγάλη ποικιλία μελανιών στο εμπόριο, που έχουν πολλές διαφορές μεταξύ τους και ποικίλες φυσικές και χημικές ιδιότητες
Η μέθοδος της επιπεδοτυπίας είναι εκείνη που έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις άλλες εκτυπωτικές μεθόδους από την άποψη ότι με αυτή εκτυπώνονται όλα σχεδόν τα έντυπα (εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία κτλ.) και καταναλώνει μεγάλες ποσότητες μελανιών.
Η μέθοδος αυτή είναι ευρύτατα γνωστή με την ονομασία «ΟΦΣΕΤ», από την αγγλική ονομασία της «OFFSET». Το πλεονέκτημά της είναι ότι μπορεί να εκτυπώσει σε χαμηλής ποιότητας χαρτί με πάρα πολύ καλά αποτελέσματα.
Η σύσταση του μελανιού
Τα βασικά συστατικά από τα οποία αποτελείται ένα μελάνι τυπογραφίας είναι τα εξής:

α) το βερνίκι,
β) η χρωστική,
γ) ο ή οι διαλύτες, και
δ) τα διάφορα πρόσθετα

Βερνίκι ονομάζεται το διάλυμα ρητίνης ή ρητινών σε οργανικούς διαλύτες το οποίο είναι υποκίτρινο και διαυγές. Μέσα σ’ αυτό προσθέτονται, τα διάφορα συστατικά που απαιτούνται για την παρασκευή του μελανιού όπως η χρωστική, τα αραιωτικά και τα διάφορα πρόσθετα που δίνουν στο μελάνι τις τελικές ιδιότητες που επιδιώκεται να έχει.

Ως λάδια χρησιμοποιούνται ενώσεις ακόρεστων υδρογονανθράκων. Το λινελαϊκό οξύ είναι το πιο αντιπροσωπευτικό από την ομάδα των λιπαρών οξέων που έχουν δύο διπλούς δεσμούς και έχει μέτρια τάση να οξειδωθεί.

Ρητίνη θεωρείται μια στερεή ή ημιστερεή οργανική ένωση που συνήθως έχει λιπαρή υφή και είναι, συχνά, διαφανής. Η ρητίνη μπορεί να είναι φυσική ή συνθετική. Σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό των ρητινών που χρησιμοποιούνται στη παραγωγή των μελανιών είναι συνθετικές.

Ως χρωστική μπορεί να θεωρηθεί κάθε χημική ένωση (ανόργανη ή οργανική) που έχει την ιδιότητα να απορροφά ένα μέρος του φάσματος του ορατού φωτός και να εμφανίζεται ότι έχει ένα χρώμα ή να μην απορροφά ακτινοβολία, οπότε εμφανίζεται ότι είναι άσπρη ή να τις απορροφά όλες οπότε εμφανίζεται ότι είναι μαύρη.

Ως «πιγμέντα» χαρακτηρίζονται, γενικά, οι αδιάλυτες χρωστικές στο νερό και στους οργανικούς διαλύτες.

Οι διαλύτες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή των μελανιών παράγονται από το πετρέλαιο. Κυρίως είναι οι υδρογονάνθρακες, αλκοόλες, αλδεΰδες, αιθέρες, κετόνες, γλυκόλες και εστέρες. Κατά την παραγωγή ενός μελανιού χρησιμοποιείται ένας ή περισσότεροι διαλύτες.

Τα πρόσθετα χρησιμοποιούνται στα τυπογραφικά μελάνια με σκοπό να βελτιώσουν τις ιδιότητες των μελανιών, όπως η ταχύτητα στεγνώματος, η διασπορά της χρωστικής, το ιξώδες, η γυαλάδα, κ.α. αλλά και για να μειώσουν το κόστος.
Τέτοια πρόσθετα είναι τα στεγνωτικά, τα αντιπηκτικά επιφανείας, κεριά, τα πληρωτικά, τα αντιαφριστικά, οι πλαστικοποιητές, κ.α..

Τι είναι το κομπόστ, ποια υλικά είναι κατάλληλα και ποια ακατάλληλα για κομπόστ?

Στη χώρα μας συχνά αναφερόμαστε, λανθασμένα, σε κομπόστ που προέρχεται από αναερόβιες διεργασίες, ενώ σε αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες έχει αρχίσει να επικρατεί η άποψη, η οποία εκφράζεται και στην πρόταση Οδηγίας της ΕΕ, ότι κομπόστ μπορούν να ονομαστούν μόνο τα προϊόντα που προέρχονται από την κομποστοποίηση του διαχωρισμένου στην πηγή οργανικού κλάσματος των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ) και πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές ποιότητας. Σύμφωνα με την Ελληνική νομοθεσία κομποστοποίηση είναι η ελεγχόμενη βιοξείδωση ετερογενών οργανικών υλικών, από ετερογενείς και κυρίως ετερότροφους μικροοργανισμούς. Προϊόν της κομποστοποίησης είναι το κομπόστ, το οποίο είναι πλούσιο σε οργανική ουσία με υψηλό χουμικό περιεχόμενο και χρησιμοποιείται κυρίως ως εδαφοβελτιωτικό υλικό αλλά και ως υπόστρωμα. Στους ορισμούς αυτούς, αν και δεν αναφέρεται ρητά, ο όρος βιοξείδωση υποδηλώνει αερόβιες διεργασίες, και συνεπώς το στερεό υπόλειμμα της αναερόβιας χώνευσης δεν μπορεί να ονομαστεί κομπόστ, εκτός και αν υποστεί ένα δεύτερο στάδιο αερόβιας σταθεροποίησης. Στο σημείο αυτό δεν θα έπρεπε να υπάρχει σύγχυση, καθώς υπάρχει γενική συμφωνία ότι ο όρος κομπόστ αναφέρεται στο βιοσταθεροποιημένο οργανικό υλικό που προέρχεται από ελεγχόμενες, αερόβιες και θερμόφιλες διεργασίες επεξεργασίας οργανικών υλικών.

Υλικά κατάλληλα για κομποστοποιήση

Υλικά που παράγονται σε αγρούς, κήπους, πάρκα, δενδροστοιχίες δρόμων κ.α.
1. Κλαδιά δένδρων και θάμνων (παράγονται μεγάλες ποσότητες με το κλάδεμα, είναι δε χρήσιμος σ’ αυτή την περίπτωση ένας κλαδοθραύστης) .
2. Χορτάρι από κούρεμα χλοοτάπητα (γκαζόν) ή αυτοφυούς βλάστησης (πριν από το σχηματισμό σπόρων).
3. Φύλλα, λουλούδια.
4. Υπολείμματα καλλιεργειών (φύλλωμα πατάτας, τεύτλων κλπ).
5. Άχυρα διαφόρων καλλιεργειών.
6. Φύκια θάλασσας.

Υλικά που παράγονται στα σπίτια, στα ξενοδοχεία, στα νοσοκομεία, στις λαϊκές αγορές κ.α.

1. Χαλασμένα ή υπερώριμα φρούτα ή λαχανικά.
2. Υπολείμματα λαχανικών και άλλων υλικών που προκύπτουν από την προετοιμασία του     φαγητού (φλούδες από πατάτες, από βολβούς, κοτσάνια κ.λ.).
3. Υπολείμματα φαγητών (να μην περιέχουν λάδι).
4. Υπολείμματα του καφέ, του τσαγιού, άλλων αφεψημάτων.
5. Τσόφλια αυγών.
6. Μαραμένα ή κατεστραμμένα λουλούδια και χώμα από γλάστρες (όταν ανανεώνεται).

Υλικά από άλλες δραστηριότητες του ανθρώπου.

1. Ροκανίδια και πριονίδια ξύλου (σε μικρές ποσότητες).
2. Οργανικά υλικά από στάβλους (κοπριά, άχυρο, υπολείμματα ζωικών τροφών).
3. Υπόλοιπα επεξεργασίας γεωργικών προϊόντων διαφόρων γεωργικών βιομηχανιών (πούλπα τεύτλων, στέμφυλα οινοποιίας κλπ).
4. Στάχτη από ξύλα.
5. Προϊόντα βιολογικού καθαρισμού.
Υλικά ακατάλληλα για κομποστοποίησηΑναλυτικά:
1) Ανόργανα υλικά (πέτρες, μεταλλικά αντικείμενα, πλαστικά, γυαλί).
2) Υλικά καθαρισμού, απορρυπαντικά.
3)  Τυπωμένο χαρτί.
4)  Οργανικά υλικά που με την αποσύνθεσή τους παράγουν δυσάρεστες οσμές      (υπολείμματα φαγητών που περιέχουν κρέας, λίπη, λάδια).
5)  Οργανικά υλικά που δεν αποσυντίθενται εύκολα (κόκαλα).
6)  Υπολείμματα συμβατικών καλλιεργειών όπως ντομάτας, αγγουριού, κλπ πρέπει να αποφεύγονται διότι στις ρίζες τους υπάρχουν συχνά νηματώδεις.
7)  Φυτικά υπολείμματα που έχουν προσβληθεί από μύκητες (περονόσπορο, ωίδιο κλπ), διότι μεταφέρονται τα σπόρια των ασθενειών.
8)  Φυτικά υπολείμματα που φέρουν φυτοφάρμακα, διότι εμποδίζεται η ανάπτυξη των  μικροοργανισμών της αποσύνθεσης.
Πιο συγκεκριμένα:

Από φυτικά υλικά • Μέρη φυτών που έχουν ραντιστεί με φυτοφάρμακα
• Άρρωστα φυτά και φυτικά υπολείμματα που έχουν προσβληθεί από μύκητες
(π. χ. περονόσπορο) γιατί μεταφέρουν τα σπόρια των ασθενειών
• Φύλλα ευκαλύπτου, τούγιας, συκιάς
• Υπολείμματα της καλλιέργειας ντομάτας (στις ρίζες στις οποίας υπάρχουν
συχνά νηματώδης)
• Φλούδες εσπεριδοειδών σε μεγάλες ποσότητες (αυξάνουν την οξύτητα και
εμποδίζουν μερικούς οργανισμούς της χώνευσης όπως είναι οι γαιοσκώληκες)
• Λάδια από φαγητό, αποφάγια μαγειρικών φαγητών

Ζωικά υλικά

• Κόκαλα
• Εντόσθια
• Κρέατα
• Τυροκομικά
• Αποφάγια μαγειρικών φαγητών που περιέχουν κρέας, λίπη, κόκαλα, λάδια,
υλικά καθαρισμού, απορρυπαντικά κλπ.

Διάφορα • Πλαστικά
•   Μεταλλικά αντικείμενα
•  Γυαλιά
• Έγχρωμα χαρτιά
• Χρώματα
• Χημικές ουσίες
• Ανόργανα υλικά (πέτρες)

Συμπεράσματα
Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω, δεν είναι δύσκολο να αποφασίσουμε τελικά αν το χαρτί εφημερίδας είναι κατάλληλο για λιπασματοποιήση. Σκέφτηκα ότι ίσως στα πλαίσια της οικιακής κομποστοποιήσης θα ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί ένα μέρος(περίπου 10%) των εφημερίδων που δεν χρειαζόμαστε. Όμως εξακολουθώ να έχω αμφιβολίες διότι μελετώντας την διαδικασία παραγωγής μελανιού κατέληξα  στην άποψη πως όσο περιβαλλοντικά φιλική να είναι η κατασκευή του αλλά και ό τρόπος εκτύπωσης της εφημερίδας, δεν παύει να υφίσταται ο παράγοντας τοξικότητα…Θεωρώ λοιπόν, και αυτό αποτελεί προσωπική μου άποψη ότι ο καλύτερος τρόπος εξοικονόμησης και εκμετάλλευσης του χρησιμοποιημένου χαρτιού γενικότερα, είναι η ανακύκλωση  και επαναχρησιμοποίηση του πάλι με την μορφή χαρτιού. Ίσως τελικά να είναι προτιμότερο να σώσουμε μερικά δέντρα από την κοπή τους για παραγωγή χαρτιού παρά να τους χορηγήσουμε λίπασμα (κομπόστ) δημιουργημένο από χαρτί και μελάνι…
-------------------------------------------------------
Πηγή: notospress.gr-Δήμητρα Λυμπεροπούλου
-------------------------------------------------------